Επενδυτική βαθμίδα, ανέλπιστες (ή και όχι) πρωτιές και προτεραιότητες για το 2024… Του Γιώργου Ζαϊρη

347

Του Γιώργου Ζαϊρη*

Ανατρέχοντας σε ένα από τα πολλά δυσφημιστικά εξώφυλλα της περασμένης δεκαετίας από το περιοδικό Εconomist, τίτλοι όπως ‘‘Europe ‘s future in Greece’s hands’’ ή ‘‘My Big fat Greek divorce’’ και πολλά ακόμη παρόμοια, αποτύπωναν επαρκώς την πορεία προς τη κρίση χρέους της Ελλάδος καθώς και τη κορύφωση της πόλωσης των σχέσεων Ελλάδος και Ε.Ε.

Ήταν πίσω στο 2010, όταν η Ελλάδα κατάφερε να γίνει το πρώτο μέλος της Ευρωζώνης που υποβαθμίστηκε στη κατηγορία ‘‘junk’’ μετά από δεκαετίες έλλειψης δημοσιονομικής πειθαρχίας. Δεκατρία χρόνια αργότερα, η Ελλάδα πετυχαίνει ένα αξιέπαινο ορόσημο της νεότερης ιστορίας της. Η χώρα ανακτά την επενδυτική της βαθμίδα από δύο από τους πιο αναγνωρισμένους οίκους αξιολόγησης όπως τον DBRS Morningstar και τον Standard & Poor’s (S&P).

Όσο και να μας αρέσουν οι μετρήσιμοι δείκτες, ένας μεγάλος πυλώνας της μέτρησης της προόδου, είναι αυτός της ψυχολογίας. Και όσο και αν δεν θέλει να το παραδεχτεί μία μερίδα πολιτικών, οικονομολόγων και αναλυτών, η μαγική λέξη που άλλαξε τη πορεία κρατών και οργανισμών είναι η λέξη ‘’Trust’’ ή αλλιώς χρηματοπιστωτική πίστη ή αξιοπιστία.

Πρακτικά λοιπόν, αυτή η αξιοπιστία που θα εκπέμπει πλέον η ελληνική οικονομία, αποτελεί τη γέφυρα προς μία κανονικότητα στη ζωή του Έλληνα πολίτη. Η μείωση του κόστους δανεισμού θα αποτελέσει ένα από τα σημαντικά κεκτημένα της επενδυτικής βαθμίδας με επιχειρήσεις και νοικοκυριά να ευνοούνται με την έκδοσης χαμηλότερου κόστους δανείων. Τα ελληνικά ομόλογα αναμένεται να είναι πλέον στις επιλογές των επενδυτών με άμεσο αποτέλεσμα τη προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα μας, συνεισφέροντας έτσι σημαντικά στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Και το ερώτημα πού τίθεται στο σημείο αυτό είναι εάν ήταν τόσο ανέλπιστη η ανάδειξη της χώρας μας ως «Χώρα της χρονιάς 2023» από τον Economist.

Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα δίνεται ακόμη πιο εύκολα αν αναλογιστούμε τις πρωτοφανείς κρίσεις των τελευταίων χρόνων όπως η πανδημία, η ενεργειακή κρίση, η άνοδος του πληθωρισμού, η γεωπολιτική αστάθεια καθώς και το αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής. Η καθόλου, λοιπόν, ανέλπιστη αυτή πρωτιά κερδήθηκε μέσω της τριγωνικής συνάρτησης παραγόντων όπως οι επιτυχημένες δημοσιονομικές επιλογές, το στοχοθετημένο αναπτυξιακό μοντέλο, αλλά και των θυσιών και στερήσεων από ένα μεγάλο ποσοστό του ελληνικού λαού.

Όπως επεσήμανε κάποτε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ‘‘Η νίκη δεν είναι ποτέ οριστική’’ και για το λόγο αυτό είναι η μεγάλη μας ευκαιρία να μην αφήσουμε άλλη μία νίκη να μας διχάσει και να εστιάσουμε στην επόμενη μέρα. Ο δρόμος της σύγκλισης με την Ευρώπη αποτελεί πλέον μονόδρομο. Βασικές προτεραιότητες που θα αποτελέσουν τη γέφυρα σύγκλισης είναι η συνέχιση του μεταρρυθμιστικού έργου, η φοροδιαφυγή, η επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης, η μεταρρύθμιση στην παιδεία καθώς και η δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας ώστε να κλείσει το χάσμα δεξιοτήτων που ταλανίζει το ελληνικό εργατικό δυναμικό.Ubi concordia, ibi victoria! Ελληνιστί, ‘‘Όπου ενότητα, εκεί νίκη’’ και η μεγαλύτερη νίκη θα είναι η βελτίωση της καθημερινότητας του Έλληνα πολίτη όπου και θα επιτευχθεί μέσω της σωστής διόδου αυτή τη φορά,που είναι η πραγματική ανάπτυξη με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Ο Γιώργος Ζαΐρης εργάζεται ως Manager στη Grant Thornton Λουξεμβούργου και ειδικεύεται στη παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε Ευρωπαϊκούς Θεσμούς και Δημόσιους Φορείς σε θέματα αποτίμησης χαρτοφυλακίων και δανείων. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου από το πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου με ειδίκευση στα χρηματοοικονομικά και στη διαχείριση κινδύνου και υποψήφιος διδάκτωρ Οικονομικών της Αειφορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.

Πηγή: ot.gr