Του Κώστα Χριστίδη*
Σε ένα σημείο του βιβλίου του Λιούϊς Κάρολ ” Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων”, η Βασίλισσα παρατηρεί : Η κούρσα τέλειωσε και όλοι νίκησαν” ! (The race has ended and everyone has won). Στις πρόσφατες ευρωεκλογές θα μπορούσε να πει κανείς ότι μάλλον ισχύει το αντίθετο : “Η κούρσα τέλειωσε και όλοι έχασαν” !
Και, βέβαια, δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αν ξεκινήσει κανείς από το βασικό δεδομένο ότι στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου 2024, σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2019, ψήφισαν – για διάφορους λόγους – 1.900.000 λιγότεροι ! Χωρίς αμφιβολία, η πολιτική (που κάποιοι θέλουν να βάλουν σε μεγαλύτερο βαθμό στη ζωή μας και άλλοι θέλουν να την βγάλουν, σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό, από τη ζωή μας) ηττήθηκε. Τα κόμματα δείχνουν ότι προβληματίζονται εάν πρέπει να στραφούν δεξιότερα, αριστερότερα, ‘’κεντρικότερα’’, αν πρέπει να μεταφέρουν κάποια πρόσωπα από το προσκήνιο στο παρασκήνιο και το αντίστροφο, αν πρέπει να διαφοροποιήσουν την επικοινωνιακή τακτική τους, κλπ.
Κατά τη γνώμη μου, το βασικό συμπέρασμα των ευρωεκλογών για τη χώρα μας είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει μπροστά της μία καθαρή τριετία για να αλλάξει σε σημαντικά πράγματα την Ελλάδα. Θα κριθεί στο τέλος της δεύτερης τετραετίας που άρχισε το 2023, δηλ. στις βουλευτικές εκλογές του 2027, και αν τότε εμφανίσει ένα σαφώς θετικό απολογισμό, θα μπορέσει να διεκδικήσει με καλές προϋποθέσεις μία τρίτη, συνεχόμενη τετραετία. Από τις πρόσφατες ευρωεκλογές δεν προέκυψε εναλλακτικός διεκδικητής της εξουσίας, άρα το τεθέν από τη Νέα Δημοκρατία διακύβευμα της πολιτικής σταθερότητας λύθηκε θετικά για την κυβέρνηση : η επιδιωχθείσα σταθερότητα για την επόμενη τριετία θα υπάρξει (πλην μεγάλου απροόπτου). Η σταθερότητα αυτή, όμως, αποτελεί αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για την επίτευξη των επιθυμητών πολιτικοοικονομικών αποτελεσμάτων και η πραγματική αξία της θα αναδειχθεί ακριβώς με την επίτευξη των αποτελεσμάτων αυτών.
Η διακυβέρνηση Μητσοτάκη, ευρισκόμενη ήδη στον πέμπτο χρόνο της διαδρομής της, έχει μερικά πολύ αξιόλογα επιτεύγματα να επιδείξει , όπως την αναβάθμιση της διεθνούς εικόνας της χώρας, την καλύτερη αμυντική θωράκισή της, τη βελτίωση πολλών οικονομικών δεικτών και αρκετών θεμάτων της λεγόμενης καθημερινότητας. Ωστόσο, ατυχώς, υπάρχουν πολλοί “δράκοι” που πρέπει να αντιμετωπισθούν. Οι “δράκοι” αυτοί είναι πολύ ανθεκτικοί και η εξουδετέρωσή τους απαιτεί περισσότερες θητείες από μία κυβέρνηση απολύτως προσηλωμένη σε μεταρρυθμιστικούς στόχους που σήμερα μπορεί να μοιάζουν πολύ προχωρημένοι ή ανέφικτοι. Γενικά μιλώντας, οι πολιτικοί, απασχολούμενοι σχεδόν πλήρως με τα τρέχοντα θέματα της επικαιρότητας, τείνουν να χάνουν από το οπτικό τους πεδίο σημαντικά αλλά μακροπρόθεσμα θέματα και, εν πάση περιπτώσει, για να είναι αποδεκτοί από την εκάστοτε πλειοψηφία, δεν μπορούν – σχεδόν εξ ορισμού – να είναι πρωτοπόροι στο χώρο των ιδεών. Είναι, ωστόσο, η επικράτηση στον ιδεολογικό χώρο που καθορίζει με ετεροχρονισμό τις πολιτικές εξελίξεις (και, ακολούθως, και την καθημερινότητα των απλών ανθρώπων). Στο πλαίσιο αυτό, ως απλός φιλελεύθερος πολίτης θα ήθελα να δω μερικές ριζικές τομές να πραγματοποιούνται σταδιακά από την κυβέρνηση Μητσοτάκη μέχρι το 2030.
Η πρώτη αφορά στο φορολογικό μας σύστημα, το οποίο παρά τις μειώσεις ορισμένων φορολογικών συντελεστών που έγιναν ή θα γίνουν, παραμένει πολυδαίδαλο, άδικο και αντιαναπτυξιακό. Στόχος πρέπει να είναι η κατάργηση της “προοδευτικής” φορολογίας (άλλη μία διαστρεβλωμένη χρήση της έννοιας της “προόδου”) και η αντικατάστασή της με έναν ενιαίο φορολογικό συντελεστή 20%, με ένα αφορολόγητο όριο για όλους και κατάργηση όλων των φοροαπαλλαγών.
Βαθιά τομή απαιτείται και στο ασφαλιστικό σύστημα. Στόχος, η πλήρης μετάβαση, σταδιακά, από αναδιανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό σύστημα με ολοσχερή κατάργηση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων και υποχρέωση των εργοδοτών να καταθέτουν εισφορές ανερχόμενες σε 12% επί των μισθών των εργαζομένων σε επαγγελματικά ταμεία ή επενδυτικές και ασφαλιστικές εταιρείες που θα ελέγχονται από την Τράπεζα της Ελλάδος και από την Επιτροπή της Κεφαλαιαγοράς.
Τρίτη τομή, η παροχή εκπαιδευτικών επιταγών ή κουπονιών (vouchers) στους χρήστες εκπαιδευτικών υπηρεσιών (μαθητές, φοιτητές και στους γονείς τους) που θα καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος ή και το σύνολο του κόστους των υπηρεσιών αυτών σε όλες τις βαθμίδες, με δικαίωμα επιλογής των παρόχων από τους χρήστες. Ανάλογα συστήματα μπορούν σταδιακά να λειτουργήσουν και στον ευρύτερο χώρο της πρόνοιας, όπου το κράτος θα πρέπει να έχει τον ρόλο εγγυητή, κυρίως μέσω του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, αλλά όχι παρόχου (ή, τουλάχιστον, όχι σε αποκλειστική βάση).
Κορυφαία μεταρρύθμιση, μία συνταγματική αναθεώρηση, η οποία, μεταξύ άλλων, θα αποβλέπει στην αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος, στην αλλαγή του τρόπου επιλογής της ανώτατης ηγεσίας της δικαιοσύνης, την θέσπιση δημοσιονομικών περιορισμών, την κατάργηση της μονιμότητας των νεοπροσλαμβανόμενων δημοσίων υπαλλήλων κ.α. Περί αυτών θα επανέλθουμε με νεότερη αρθρογραφία μας.
Η δυσκολία τέτοιων ή άλλων ανάλογων εμβληματικών μεταρρυθμίσεων – και όχι απλών βελτιώσεων – ασφαλώς δεν πρέπει να υποτιμάται. Στο σημείο αυτό, όμως, υπεισέρχεται η βασική αποστολή των πολιτικών διανοουμένων και στοχαστών να αναπτύσσουν εναλλακτικές πολιτικές και να τις κρατούν ζωντανές και διαθέσιμες μέχρις ότου το επιθυμητό και σήμερα πολιτικά ανέφικτο καταστεί πολιτικά αναπόφευκτο.
*Ο Κώστας Χριστίδης είναι νομικός – οικονομολόγος