ΠΟΙΑ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟ ΠΟΙΟΥΣ;… Του Περικλή Βαλλιάνου

36

Πως οι «προοδευτικοί» φορείς του μίσους δεν καταλαβαίνουν τίποτα από την ιστορία και την πραγματικότητα.

Του Περικλή Βαλλιάνου*

Στο πρόσωπο του Κώστα Σημίτη το ΠΑΣΟΚ είχε έναν ηγέτη που δεν ήθελε και δεν άξιζε. Η ψυχή και το σώμα του, τουτέστιν η ιδεολογικοπολιτική του συγκρότηση και η μάζα των στελεχών και ψηφοφόρων του, ήταν με τον Αρσένη και τον Τσοχατζόπουλο. Δηλαδή, με εκείνον που οδήγησε τη χώρα στην πρώτη της χρεοκοπία τη δεκαετία του ’80 και έβγαλε το 1996 τον στόλο στο Αιγαίο για πόλεμο και τον άλλον με τα γνωστά του ανδραγαθήματα και τις αγριοφωνάρες από τη φυλακή υπέρ του (κλεπτοκρατικού) σοσιαλισμού. Μετά το 2004 ο Σημίτης διαγράφηκε από την κομματική μνήμη και εκδιώχθηκε από το κόμμα που διέσωσε. Το δε προσωπικό στο οποίο το παρέδωσε προσχώρησε μαζικά σε ένα συνονθύλευμα αδίσταχτων καιροσκόπων που είχαν ορκιστεί να γκρεμίσουν το ευρωπαϊκό του επίτευγμα και τον λοιδορούσε με κάθε ευκαιρία.

Στα κολοβό πλέον ΠΑΣΟΚ η συνεργασία με την Κεντροδεξιά για να αποφευχθούν η χρεοκοπία και η αποβολή από την E.E. το 2012, μια αναγκαία τότε πράξη υπευθυνότητας, κρίθηκε θανάσιμο αμάρτημα. Αποσιωπούσαν βέβαια επίτηδες ότι ακόμα και ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε συμπράξει με τη ΝΔ στην κυβέρνηση Ζολώτα… Η αυριανική έχθρα για τη «Δεξιά» ανασύρθηκε από τον κάλαθο αχρήστων με την αυταπάτη ότι έτσι θα ξανακέρδιζαν τους ψηφοφόρους που τράβηξε ο ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, ανάμεσα σε δύο λαϊκισμούς, τον έναν έξαλλο και βίαιο και τον άλλο λίγο πιο συγκρατημένο, πάντα ο πρώτος κερδίζει. Η μάζα των ανδρεο-αυριανιστών παρέμεινε στο αρχηγικό μόρφωμα του Τσίπρα, με κάποια, δημοσκοπικές επιστροφές όταν αυτό θρυμματίστηκε από τη λαϊκή γροθιά το ‘23. Παρ’ όλα αυτά η πασοκική ηγεσία έμεινε προσηλωμένη στο φάντασμα της χρυσής εποχής Κουτσόγιωργα και Μπιρσίμ. Στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές κανένας δεν αναφέρθηκε στον Σημίτη. Την εκδημία του συνόδευσε ένας εγκωμιαστικός λυρισμός που όσο πιο στομφώδης γινόταν τόσο πιο αδρά ξεπρόβαλλαν τα υποκριτικά χαρακτηριστικά του. Ξαναθυμήθηκαν την «παρακαταθήκη του» και υποσχέθηκαν να την τιμήσουν. Αμέσως μετά όμως αποκάλυψαν το μεσοπρόθεσμο σχέδιό τους, που είναι η συγκυβέρνηση με τα πρωτοπαλίκαρα της χρεοκοπίας και του αντιευρωπαϊσμού, εκείνους δηλαδή που αποκαλούσαν το ΠΑΣΟΚ «Πινοσέ», «μαρκελιστές» και «δωσίλογους». Επειδή, λέει, τοποθετούν τον εαυτό τους στον «προοδευτικό χώρο»! Κι ο Καραγκιόζης έκανε τον δήμαρχο….

Αυτόν τον παρδαλό στρατό του Μπρανκαλεόνε με το λάβαρο που γράφει «γ… Μητσοτάκη» τον συνεπήρε ξαφνικά ένας οίστρος για συναίνεση. Είναι αυτοί που ούτε καταδέχονται να μιλήσουν στον Πρωθυπουργό. Είναι αυτοί που κατακεραύνωναν τον Νίκο Ανδρουλάκη για «συναινετική αντιπολίτευση» επειδή συναντήθηκε με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Είναι αυτοί που οι οπαδοί τους αρνούνται να δώσουν καν το χέρι στον Πρωθυπουργό όταν περνάει να τους χαιρετήσει στα προεκλογικά περίπτερά τους. Είναι αυτοί που το 41% σε ελεύθερες εκλογές δεν το αναγνωρίζουν λαϊκή νομιμοποίηση, αλλά μόνο το δικό τους 5%, 8% ή 18% θεωρούν «αληθινή» φωνή «της κοινωνίας» – η κοινωνία μιλάει μόνο στο δικό τους αφτί. Αυτοί λοιπόν «απαίτησαν» από το αντικείμενο του μίσους τους να επιλέξει κεντροαριστερό Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Όταν έκανε ακριβώς αυτό το ’20, μήπως του αναγνώρισαν τη δημοκρατικότητα του; Μήπως έπαψαν να τον αποκαλούν ακροδεξιό και χούντα; Η επιλογή Τασούλα, ενός μετριοπαθούς και καλλιεργημένου πολιτικού, τους έδωσε την ευκαιρία να εκστομίσουν πάλι τις ίδιες ύβρεις. Θα τις εκτόξευαν και θα τις εκτοξεύουν ό,τι και να πράξει ο Κ. Μητσοτάκης τώρα και στο μέλλον. Ο Αλ. Τσίπρας, ο λευκός ιππότης που περιμένουν, λέει ότι η πρόοδος προχωράει με συγκρούσεις και όχι συναινέσεις. Ή εμείς ή αυτοί: αυτό πιστεύουν όλοι οι κατά φαντασία προοδευτικοί, η συναίνεση είναι απλώς ένα πρόσχημα.

Το ατόπημα της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ συνάντησε αντίσταση μέσα στις τάξεις του. Ας ελπίσουμε ότι θα κατορθώσουν να τη συγκρατήσουν από τον κατήφορο του μετώπου με τη λαϊκίστικη αντίδραση.

*Ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ