Η φενάκη ενός ενιαίου σχεδιαστικού «Υποδείγματος» -της «Συμπαγούς Πόλης»- και οι άτεχνες αντανακλάσεις του στην Ελληνική Πολεοδομία ήΑ η ιδεοληψία ως μήτρα (νέων) στρεβλώσεων… Του Σταύρου Χρ. Τσέτση

254

Του Σταύρου Χρ. Τσέτση*

Η Πόλη, ως ζωντανός οργανισμός ακολουθεί τον κύκλο της γέννησης, ανάπτυξης & φθοράς. Η Πολεοδομία τον προκαταλαμβάνει

The Draft London Plan, GLA, 2002

«Κεντρικό αντικείμενο του αστικού /χωροταξικού σχεδιασμού
-προγραμματισμού σε περιοχές περισσότερο ή λιγότερο,
έντονων αναπτυξιακών πιέσεων,
αποτελεί η διοχέτευση/ άρθρωση της αστικής δυναμικής.
ή σε άλλες με χαρακτηριστικά στασιμότητας, υποχώρησης
ή και με υστέρηση ανάπτυξης, η πρόκληση εστιάζεται
στην αξιοποίηση πολεοδομικών μέσων,
ως καταλύτη ανάκαμψης».

Οι ανθρώπινες εγκαταστάσεις, από συγκρότησής τους, ενέχουν κύρια χαρακτηριστικά ενός ζωντανού οργανισμού, όπως σαφέστατα έχει καταγράψει η ιστορία: γεννιούνται, αυξάνονται – συχνότατα διαρκώς, κάποιες υπερτροφικά -υπόκεινται σε σταδιακή κατά κανόνα φθορά και ουδόλως σπάνια καταλήγουν. χάνονται για να θυμίζουν την ύπαρξη τους, τα ιζήματα του παρελθόντος: ερείπια, μνημεία, νεκροπόλεις.

Από τα απώτερα χρόνια, η διεισδυτική γραφίδα της θεωρητικής σκέψης το επιβεβαιώνει:

«Μία πολιτεία αν εξ αρχής πάρει μία καλή ώθηση, εξακολουθεί να αυξάνει σαν ένας κύκλος», γράφει ο Πλάτωνας, στην «Πολιτεία», (424α).

Ο δε Αριστοτέλης στα Πολιτικά (1293α), επίσης διαπιστώνει: «….Επειδή κατά πολύ μεγαλύτεροι των αρχικών εγένοντο οι πόλεις….».

Σε αυτή την εξελικτική διαδικασία -το πέρασμα από την «εώπολις» (Patrick Geddes), στην ακμή και στην φθορά -καλείται να παρέμβει ο Αστικός Σχεδιασμός. Ειδικότερα, στόχος της επιστήμης της Πολεοδομίας, τόσο θεωρητικά, όσο και επιχειρησιακά, αποτελεί ή μελέτη του αστικού φαινομένου [όρος ο οποίος πληρέστερα αποδίδει τεχνικά την Πόλη] και ο σχεδιασμός της Ιστορικής του εξέλιξης, στις κρίσιμες παραμέτρους που το συγκροτούν (Giovani Astengo). μέσω της ανάκτησης και επανοργάνωσης του υφιστάμενου δομημένου χώρου & των μελλοντικών επεκτάσεων και της συναρμογής τους με το περιαστικό και φυσικό περιβάλλον. σε ευρύτερη δε χωρική κλίμακα -τη χωροταξική- αποβλέπει στην ισόρροπη συν-άρθρωση μεταξύ της υπαίθρου, των αστικών κέντρων και των μητροπολιτικών περιοχών και Περιφερειών της Επικράτειας, καθώς και διεθνικών περιοχών (συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών) και ευρωπαϊκών, στη βάση των αρχών της βιωσιμότητας, της άρσης των ανισορροπιών, της ενδυνάμωσης της ελκυστικότητας/ ανταγωνιστικότητας.

Η πολεοδομική τυπολογία ως ο «φέρον οργανισμός» της αστικής ανάπτυξης

Ο Σχεδιασμός εκφράζεται με ένα αστικό πρότυπο διάταξης, -έναν φέροντα οργανισμό»-, ο οποίος κατανέμει δραστηριότητες, συνδεόμενες με υποδομές [μεταφορών, τεχνικών και κοινωνικών] και ένα πλαίσιο κανονιστικών διατάξεων.

Το πλέον κρίσιμο στοιχείο της χωρικής ανάπτυξης, αποτελεί η τυπολογία της πολεοδομικής διάταξης: ορθογώνια, ακτινική, γραμμική ή -η πλέον συνηθισμένη- συνδυασμός αυτών, καθώς και η άρθρωση της : εκτεταμένη, καθ’ ύψος, συνεκτική ή «συμπαγής».

Η επιλογή της αστικής/ οικιστικής τυπολογίας συναρτάται -αν όχι, αποκλειστικά- πρωτίστως από τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής: γεωμορφολογικά, γεωγραφικά, πολιτισμικά, πολιτικά, πληθυσμιακά, κ.α.

Οι τυπολογίες, σύμφωνα με την πολεοδομική τους άρθρωση, θα μπορούσαν (σχηματικά) να κατηγοριοποιηθούν.

Πόλη σε αστική διάταξη

Κ.Α Δοξιάδης , Σχέδιο Islamabad, Πακιστάν
Le Corbusier, Σχέδιο Chandingarh, Ινδία
Νέα Πόλη Milton Keynes, Βρετανία

Ορθογώνια (από τις Ιπποδάμειες χαράξεις, έως την Νέα Πόλη του Milton Keynes).

Γενικό Σχέδιο για την Ανοικοδόμηση της Μόσχας, 1935

Ακτινική (Μόσχα).
Γραμμική (Ciudad lineal του Artouro Soria y Mata, La Cite Industrielle του Le Corbusier).

“Γραμμική Πόλη” του Arturo Soria y Mata, 1882
Ebenezer Howard, Ιδεόγραμμα των “Garden Cities”, 1898 ‘ η Welwyn Garden City , η δεύτερη πόλη του κινήματος των Garden Cities , η οποία υλοποιηθηκε 32 χλμ βορείως του Λονδίνου, έχει πυκνότητα 0,18.

Αστική συναρμογή με κλειστούς πυρήνες (Ebenezer Howard, Garden Cities Plan, Greater London, Plan Abercrombie).

Σχέδιο Μείζονος Περιοχής του Λονδίνου, 1944 , βασισμένο στην σχεδιαστική λογική του κινήματος των Garden Cities

Πόλη ανεπτυγμένη καθ΄ύψος

Grobstadt Architektur, του Ludwing Hilberseimer, 1927, συνάθροιση με υψηλές πυκνότητες.

Grobstadt, του Ludwig Hilbermeier, 1927 [π 3,81]
Εκτεταμένη πόλη.

Αστική /προαστική ανάπτυξη με χαμηλές πυκνότητες.
Παραδειγμα, η Broadacre City, του Frank Lloyd Wright.

Broadacre City, του Frank Loyd Wright, 1931-35 [π 0,09]
Μία αστική συνάθροιση, ιδίως στη μεγάλη κλίμακα, εκτυλίσσεται διαχρονικά, κατά κανόνα, πάνω σε έναν ή περισσότερους από τους προαναφερθέντες τύπους.
Οι παραπάνω τυπολογίες, δεν είναι παρά ο σχεδιαστικός κάναβος επί του οποίου -ως έκτυπο- αντανακλώνται οι οικονομικές πολιτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές & τεχνολογικές δυνάμεις, που επενεργούν στον χώρο. ή ακριβέστερα, οφείλουν να αποτελέσουν το θεσμικό υπόστρωμα ανάπτυξής τους.

Αναφύεται ως εκ τούτου το ερώτημα: προκαταλαμβάνουν ή ακολουθούν, τις εξελίξεις των βασικών παραμέτρων που συγκροτούν το αστικό φαινόμενο; Ή πιο απλά: ένας οικισμός/αστικό κέντρο με έντονες οικονομικές πιέσεις, μπορεί να απορροφήσει την αναπτυξιακή δυναμική; Η τυπολογική άρθρωση παίζει ρόλο; Και κυρίως, ελλείψει εγκεκριμένων χωρικών εργαλείων οργανωμένης δόμησης, πως αυτή ικανοποιείται;

Ανακόπτεται ο οικοδομικός οργασμός;

Η Ελληνική Πόλη από Ανεξαρτησίας έως σήμερα, αποτέλεσε -όπως και η Ευρωπαϊκή- αντικείμενο σεισμικών μετασχηματισμών και διαρκών επεκτάσεων.

Σπάρτη, το αρχικό Σχέδιο Πόλεως, F. Stauffert, 1834

Το (όποιο) σύστημα σχεδιασμού/ προγραμματισμού της χώρας, πρωτίστως στις δεκαετίες που ακολούθησαν την μεταπολεμική ανασυγκρότηση, δεν πέτυχε να δημιουργήσει τις απαραίτητες εκείνες προϋποθέσεις, απόδοσης πολεοδομήσιμου χώρου. Τόσο οι εξαιρετικά σχοινοτενείς χρόνοι υλοποίησης των Σχεδίων, όσο και η απροθυμία της Πολιτείας να προβεί στις αναγκαίες τομές & μεταρρυθμίσεις [Συνταγματικές, θεσμικές, διοικητικές], υπεκφεύγοντας, όχι σπάνια, να συμμορφωθεί με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο, δεν απέδωσαν τα κατάλληλα εκείνα Πολεοδομικά και κυρίως τα σύγχρονα ρυμοτομικά εργαλεία υλοποίησης.

Η χωρική διευθέτηση των αναπτυξιακών τάσεων

Οι οικιστικές πιέσεις -κατά περιόδους και σε περιοχές υψηλής ζήτησης, ή και εκρηκτικές- κατά τεκμήριο, συνεχίζουν να διοχετεύονται:

  • εντός θεσμοθετημένων αστικών/ ημιαστικών/ (ημι)αγροτικών ιστών [εγκεκριμένα Σχέδια Πόλεων/ υιοθετημένα όρια οικισμών[, συμπεριλαμβανομένων των περιαστικών επεκτάσεων, τα οποία υπολείπονται δραματικά των αναγκών ζήτησης,

και ελλείψει αυτών:

  • περιμετρικά των ανωτέρω, βάσει των διατάξεων για την εκτός Σχεδίου Πόλεως και (έως σχετικά πρόσφατα) παρεκκλίσεων.

Η τελευταία αυτή μορφή δόμησης, δημιούργησε περιαστικά ανορθολογικές κτιριακές συστάδες & οικιστικές «κηλίδες», επιτείνοντας όχι σπάνια: ένα περιμετρικό πολεοδομικό μόρφωμα. Μία χωροταξική «κακοφωνία», η οποία οφείλει να αντιμετωπιστεί στη ρίζα της.

Τα περιαστικά οικιστικά μορφώματα και οι χωρικές «κηλίδες» και η αποτροπή νέων, αντιμετωπίζονται «ad hoc hoc» σχεδιαστικά στα αίτια και όχι στο σύμπτωμα της παθογένειας. Πως αντιμετωπίζεται;

Η Ευρωπαϊκή και εγχώρια εμπειρία κατέδειξε επαρκώς ότι η αναπτυξιακή δυναμική/ ή έντονη οικοδομική δραστηριότητα δεν ανακόπτονται με αυστηρούς κανονιστικού χαρακτήρα περιορισμούς -πόσο μάλλον με απαγορεύσεις- αλλά προσανατολίζονται προγραμματισμένα, στη βάση βιώσιμων πολεοδομικών/ χωροταξικών προτύπων «intra» και «extra muros». Σε διαφορετική περίπτωση, εκδηλώνονται περαιτέρω χωροταξικές παθογένειες ή και εκτροπή της ανάπτυξης.

Η μονομερής διοχέτευση/ προσανατολισμός της δυναμικής -με χωροταξικά εργαλεία- μόνον ή σε μεγάλο βαθμό, εντός υφισταμένων ιστών, προκαλεί στρεβλώσεις -υψηλές πυκνότητες σε σχέση με την ικανότητα υποδοχής, συγκοινωνιακά και περιβαλλοντικά προβλήματα, υψηλές τιμές ενοικίασης και αγοράς κατοικιών, κ.α.- και υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης.

Διότι η παθογένεια αυτή, ουδόλως επιλύεται με:

  • καθολικές απαγορεύσεις για την εκτός σχεδίου δόμηση,
  • αύξηση εντός των υφισταμένων ορίων των συντελεστών δόμησης (bonus) .

πόσο μάλλον με τον επανακαθορισμό -στην ουσία συρρίκνωση- ήδη εγκεκριμένων ορίων, αφού ανάλογα με την περιοχή, μπορούν να προκληθούν: έντονες τάσεις κερδοσκοπίας, αποθάρρυνση αναπτυξιακού ενδιαφέροντος, εγκατάλειψη και αυθαίρετη/ «γκρίζα» δόμηση.

Οι κύριες σχεδιαστικές τάσεις απορρόφησης της αστικής δυναμικής

Στη δεκαετία του ΄60, εν μέσω ιδιαίτερα έντονων εξωαστικών πιέσεων για νέες επεκτάσεις και οικιστικές παρεμβάσεις ευρείας κλίμακας, αλλά και μιας ισχυρής «intra muros» ζήτησης για ανάπτυξη, σε υφιστάμενους ιστούς , αναδείχτηκαν δύο κυρίαρχες σχολές πολεοδομικής σκέψης.

Η πρώτη, η οποία εντάσσει τους ιστορικούς ιστούς, ενεργά στον γενικότερο πολεοδομικό και χωροταξικό σχεδιασμό, προωθεί τις τάσεις εντός του υπάρχοντος δομημένου χώρου, ανακτώντας τον (Pier Luigi Cervellati: Η Ιστορική Πόλη, στο «Μνήμη και Αστικό Φαινόμενο», Συλλογικό Έργο, Εκδόσεις Μίλητος, 2018).

Σχέδιο Ανάκτησης Ιστορικού Κέντρου της Bologna , 1973 , του Pier Luigi Cervellati

Η άλλη, κορυφαίος εκπρόσωπος της οποίας υπήρξε ο Κ.Α. Δοξιάδης, ακολουθώντας τις γεωοικονομικές και δημογραφικές προβολές, θεωρεί ότι οι ανθρώπινες εγκαταστάσεις, ανεξαρτήτου κλίμακας, θα αυξάνονται διαρκώς -ο όρος που χρησιμοποιεί, «dynopolis», είναι δηλωτικός- έως ότου αποτελέσουν ένα οικουμενικό «continuum». Σχεδιαστικά στις θεωρητικές προσεγγίσεις του, αλλά και επιχειρησιακά, διατηρεί τους ιστορικούς ιστούς και επεκτείνει τα αστικά κέντρα, στη βάση ενός ιδιαίτερα μελετημένου οικιστικού κάναβου- σε αγαστή συναρμογή με το φυσικό περιβάλλον.

Η έννοια της Dynapolis , του Κ.Α Δοξιάδη
Bologna, Σχέδιο βόρειας επέκτασης & το νέο Διοικητικό κέντρο
Bologna, Σχέδιο επεκτάσεων «Bologna 1984». στο κέντρο διακρίνεται ο υποδειγματικά αναστηλωμένος Ιστορικός Πυρήνας

Η προσέγγιση της ανάκτησης, βρήκε στο Σχέδιο της Αναβίωσης του Ιστορικού Κέντρου της Bologna (υπεύθυνος Pier Luigi Cervellati), ένα υποδειγματικό παράδειγμα αναζωογόνησης και σχετικής συγκράτησης της extra muros διόγκωσης. Η δημιουργία ωστόσο του νέου Διοικητικού Κέντρου από τον αρχιτέκτονα των Ολυμπιακών Αγώνων στο Τόκυο, Kenzo Tange εξωαστικά και πέραν του Ιστορικού Πυρήνα και η κατεύθυνση της δυναμικής προς αυτό -όπως και το Ρυθμιστικό Σχέδιο του Palermo, με στοχεύσεις από τον ίδιο μελετητή- κατέδειξαν ότι η πολεοδομική ανάκτηση του υπάρχοντος, είναι μία αστική στρατηγική, με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα.

Η «Ευρώπολις» του Κ.Α Δοξιάδη

Οι προβλέψεις «έκρηξης», των πολεοδομικών κέντρων, του Κ.Α. Δοξιάδη, οι οποίες οδήγησαν σε συνεχείς εκτεταμένες επεκτάσεις σε ορίζονται δεκαετιών -εμφανέστερα στα Ρυθμιστικά Σχέδια της Μείζονος Περιοχής Πρωτεύουσας, των Ιωαννίνων, της Ρόδου- επιβεβαιώθηκαν στην πράξη.

Συγκεφαλαιώνοντας, η διεθνής και η εγχώρια εμπειρία, κατέδειξαν επαρκώς ότι:

Η αστική ανάπτυξη, πραγματοποιείται κατά τρόπο ισόρροπο, τόσο εντός των υφιστάμενων ιστών, όσο και μέσω επεκτάσεων, βάσει της αρχής της παραλληλίας: της επανάχρησης του υπάρχοντος δομημένου χώρου και των αναγκαίων (νέων) επεκτάσεων.

Συμπαγής “Urbs” vs εκτεταμένης αστικής ανάπτυξης

Με το έγγραφο «Towards an Urban Renaissance» / «Προς μία Αστική Αναγέννηση», ο αρχιτέκτονας Richard Rogers και η Urban Task Force του 1999, διατυπώνουν μία εναλλακτική πρόταση χωροταξικής διάταξης -ως απάντηση στους αναπτυξιακούς άξονες -οδηγούς επέκτασης της Μείζονος του Λονδίνου: στους εκτεταμένους «αναπτυξιακούς διαδρόμους», αντιπροτείνεται μία «Συμπαγής Πόλη», μία συμπαγής αστική περιοχή με διακριτές μεγα-ενότητες και συνοικίες.

Στην τυπολογία αυτή διακρίνονται και κάποιες μορφολογικές αναλογίες με τις μεγάλες πολεοδομικές συναθροίσεις της πρώτης βιομηχανικής περιόδου στη Βρετανία. οι οποίες προκάλεσαν αντιδράσεις διανοητών (Karl Marx), ωθώντας παράλληλα πολεοδόμους του 19ου αιώνα να οραματιστούν εναλλακτικά πολεοδομικά πρότυπα, όπως η Γραμμική Πόλη, η Πόλη Χαμηλών Πυκνοτήτων κ.α.

Χαρακτηριστικό αυτής της τυπολογίας, είναι η μείωση των ενδοιαστικών μετακινήσεων και οι (ιδιαίτερα) υψηλές πυκνότητες,

Οι αστικές τάσεις σύμφωνα με τον Richard Rogers Richard Rogers : Η «Συμπαγής Πόλη»

Το «Υπόδειγμα» του Rogers -το οποίο θεωρήθηκε από τον Ιστορικό της Πολεοδομίας Peter Hall, «περισσότερο ως πολιτικό, παρά ως τεχνικό»- θα μπορούσε, ενδεχομένως να τύχει εφαρμογής ως κατάλληλο, για κάποιες χωρικές πραγματικότητες: ωστόσο δεν μπορεί να καταστεί πρότυπο γενικής εφαρμογής.

Το Ιδεόγραμμα της σύλληψης της “Compact City”

Στην ουσία, η «συμπαγής πόλη» αποτελεί πρόθεση -δίχως ουσιαστική ανταπόκριση- με υψηλότατες πολεοδομικές πυκνότητες, οι οποίες δεν συνάδουν κατά κανόνα, με την ποιότητα όρων διαβίωσης, τουλάχιστον για κατοικία.

Ασφαλώς, ο στόχος της αντιμετώπισης των άλογων μορφωμάτων της ανεξέλεγκτης περιαστικής δόμησης, ήταν ορθός και ορθός παραμένει και για τη χώρα μας. ωστόσο ο τρόπος διαφέρει. Η σχεδιαστική, δηλαδή, αντιμετώπιση των εξωαστικών/ ανορθολογικών αναπτύξεων, δίχως προγραμματισμό, μπορεί να επιτευχθεί «ad hoc» με τις παγιωμένες από την εμπειρία τυπολογίες που προαναφέρθηκαν, όχι με ένα μόνο πρότυπο.

Είναι η Αστική Συνεκτικότητα η οποία προάγει την Ιδιοσυστασία ενός Τόπου και αναδεικνύει τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα.

Είναι η συνεκτικότητα ενός (χωρικού) ιστού ή ενός πλέγματος πολεοδομικών πυρήνων και περιοχών, οργανικά συνδεδεμένων, η οποία διασφαλίζει και αναδεικνύει τις αστικές ποιότητες : συνθήκες μετακινήσεων, δημόσιας υγείας, ποιότητα στέγασης και δημόσιου χώρου, συνάρθρωση δομημένου και φυσικού περιβάλλοντος, κατάλληλες πυκνότητες. Η συνεκτικότητα των παρεμβάσεων – έννοια διαφορετική από την συμπαγή- μπορεί να αναδείξει καταλληλότερα τα ειδικά χαρακτηριστικά ενός «Τόπου». σε κάθε περίπτωση οι χαμηλές/ χαμηλότερες πυκνότητες, συνάδουν ίσως περισσότερο με το «Genius Loci» & το Τοπίο της χώρας.

Οι θεσμικές γενικεύσεις, επιτείνουν τη σύγχυση ή η εμμονή σε μία οικιστική τυπολογία μήτρα παθογενειών

Παρότι η Ελληνική Πόλη, από την ανεξαρτησία και μετέπειτα, αναπτύχθηκε με σχετικά χαμηλές ή μέσες πυκνότητες, στη βάση κυρίως ορθογώνιων ή ακτινικών και συνδυασμό αυτών τυπολογιών, περισσότερο ή λιγότερο εκτεταμένα και σαφώς συνεκτικά, η διοίκηση τα τελευταία χρόνια, έδωσε έμφαση σε ένα μόνον τύπο: Αυτόν που συγκροτεί την λεγόμενη «συμπαγή πόλη». η οποία εμφανίστηκε δίχως ευρεία ανταπόκριση, ως σχεδιαστική λύση στις ανορθολογικές περιαστικές/ έξω αστικές ανάπτυξης (sprawl) στη Βόρεια κυρίως Ευρώπη. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι είναι η υιοθετημένη σε μεγάλο βαθμό από τη διοίκηση, η (παρ)ερμηνεία του προτύπου της «Συμπαγούς Πόλης» -ως γενική απάντηση στην πολεοδομική παθογένεια- η οποία :

  • αφορίζει συλλήβδην την εκτός σχεδίου δόμηση.
  • επιτρέπει την απόδοση επιπλέον συντελεστή δόμησης σε εγκεκριμένα Σχέδια (Bonus), με περιβαλλοντικό αντιστάθμισμα.
  • καλλιεργεί την αντίληψη ότι υιοθετημένα όρια οικισμών θα πρέπει να συρρικνωθούν.
  • προσανατολίζει χωρικές παρεμβάσεις κλίμακας, να περιορίσουν τις πολεοδομικές επεκτάσεις.

Θεωρήσεις, υπό μορφή γενικά εφαρμοζόμενων κανονιστικών διατάξεων, είναι σαφώς ασύμπτωτες, τόσο με παγωμένες θεωρίες σχεδιασμού, όσο και με τη σύγχρονη πολεοδομική σκέψη.

Παρεμβάσεις αποστειρωμένες σχεδιαστικής λογικής: Μείωση εγκεκριμένων ορίων οικισμών, αντί της τόνωσης των δραστηριοτήτων

Μία άλλη, άτεχνη, αντανάκλαση της εισαγόμενης «Compact City», στο (όποιο) σύστημα χωροταξικού σχεδιασμού στη χώρα -η οποία φαίνεται ότι αντλεί από την ιδεληπτική αντίληψη «χτίζω άρα καταστρέφω», αντί του «χτίζω όταν πρέπει, εκεί που πρέπει, όπως πρέπει». , ενδεχομένως και ως πρόσχημα- αποτελεί το ΠΔ της 15/4/2025, Αρ. Φύλλου 194.
Περί «Καθορισμού κριτηρίων, τρόπου και διαδικασιών οριοθέτησης των Οικισμών της Χώρας, με πληθυσμό κάτω των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων».

Ιδεογραμματικά, θα μπορούσε κανείς να απεικονίσει την διάταξη του ΠΔ ως «μία χωροταξική διαστρωμάτωση τριών (ομόκεντρων) κύκλων στη βάση χρονολογιών (και αυτών συζητήσιμων): Ο πυρήνας πριν το ΄23, ενός ενδιάμεσου διαφοροποιημένου κύκλου και ενός τρίτου με διαφορετικούς όρους και συντελεστή δόμησης.

Η επιβαλλομένη ως ενιαία τυπολογική διάταξη για το σύνολο των θεσμοθετημένων [στην πλειοψηφία] οικισμών της χώρας -η μείωση εγκεκριμένων ορίων, θέτει ζητήματα συμβατότητος με το Ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο- «βιάζει» την οργανική ή προγραμματισμένη ανάπτυξή τους, με τεχνικούς όρους. εγκλωβίζοντας τους αντιπαραγωγικά σε ένα πολεοδομικό τύπο. αγνοώντας τα ειδικά γεωμορφολογικά, κοινωνικά, οικονομικά και τεχνικά χαρακτηριστικά του κάθε (ημι) αγροτικιού/ (ημ)αστικού «Τόπου» – το «Genius Loci».

Είναι η ειδική για κάθε περιοχή πολεοδομική τυπολογία, η οποία διασφαλίζει την αστική βιωσιμότητα. Σε κάθε περίπτωση, νέες ρυθμίσεις αιτιολογούνται μόνον εφόσον προάγουν -τεχνικά και θεσμικά τεκμηριωμένα- τις συνθήκες διαβίωσης.

Το μέλλον του περιφερειακού χώρου προϋποθέτει οικιστικά δίκτυα. όχι απομονωτισμό

Η σχεδιαστική λύση, δεν μπορεί να βασιστεί σε σαφώς αμφιβόλου αποτελεσματικότητας, γενικού χαρακτήρα περιορισμούς -βλέπε συγκεκαλυμμένες απαγορεύσεις-, αλλά σε μία βιώσιμη αναπτυξιακή / οικιστική λογική.

Δεν απομονώνονται οι οικισμοί -μέσω αντιαναπτυξιακών περιορισμών. αλλά δημιουργούνται δίκτυα όμορων οικισμών, σε παραπληρωματική βάση (τόσο ο Στέφανος Μάνος με τις «αντίπαλες πόλεις» και σε ένα βαθμό και ο Αντώνης Τρίτσης με τις «Ανοιχτές Πόλεις», υιοθέτησαν τέτοια σχεδιαστικά πρότυπα.

  • Κάθε οικισμός έχει συγκεκριμένη ιδιοσυστασία & τυπολογία και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο «βιομηχανοποιημένων» κατηγοριοποιήσεων.
  • Η διαρκής εξέλιξη ενός οικισμού, στην πολεοδομική σκέψη -ήδη από τον Πλάτωνα, τον Ιππόδαμο και τον Αριστοτέλη, έως τον Patrick Geddes και τον Κ.Α. Δοξιάδη- συνιστά φυσικό γεγονός, κατά το πρότυπο ενός ζωντανού οργανισμού. Όποια κανονιστική διάταξη αντιστρατεύεται σε αυτή τη σχεδιαστική λογική, δεν έχει προοπτικές επίτευξης βιώσιμων στόχων. αντιτάσσεται με την Ιστορία.

Η σύγχρονη σχεδιαστική αντιμετώπιση:

  • Προσεγγίζει τα οικιστικά όρια -όχι στη λογική ενός «συμπαγούς» τύπου αδιακρίτως εφαρμοζόμενου, και την εκτός αυτού δόμηση με «excommunicatio» πρακτική- βλέπε δραστηριότητα. αλλά κατά περίπτωση, «ad hoc», στο πλαίσιο του ευρύτερου σχεδιασμού. απαρέγκλιτα.
  • Θεωρεί του οικισμούς ως ζωντανούς δυναμικούς οργανισμούς -και ουδόλως ως παθογενείς όγκους προς συρρίκνωση- προωθώντας τη δημιουργία δικτύου γειτονικών, αντιστοίχων ημιαστικών/ (ημι)αγροτικών οντοτήτων.

Η Πολεοδομική Πολιτική vs αντιπαραγωγικών αυτοσχεδιασμών ή η «μεταρρυθμιστική» ρητορική στην πολεοδομία, έχει «κοντά πόδια»

Η Πολιτεία, ως ο κύριος επισπεύδων των απαραίτητων πρωτοβουλιών αποφυγής των συμπτωμάτων της πολεοδομικής παθογένειας -εκπεφρασμένων πιο ανάγλυφα στο Μάτι και στην Μάντρα -μπορεί να συνεχίζει να αγνοεί τη γενεσιουργό αιτία των δραματικών στρεβλώσεων της ρύθμισης χώρου στη χώρα μας;

Τη συγκρότηση δηλαδή και την άσκηση μιας ουσιαστικής Εθνικής Πολιτικής για το Χώρο.

Συνεχίζοντας, σε σαφή αναντιστοιχία με τις κοινοτικές (ΕΕ) δεσμεύσεις, να «τακτοποιεί» ανερυθρίαστα και να προκαλεί με τις εξαγορές καταπατημένων. και να επιχειρεί, βάσει μιας στρεβλής ερμηνείας, «ιδεοληπτικά», κάποιων (μεμονωμένων) αστικών προτύπων .

Η εμφανής υστέρηση οιασδήποτε σχεδιαστικής λογικής στο ΠΔ, δεν είναι ανεξάρτητη από το δραματικό έλλειμα χωροταξικής πολιτικής για το έδαφος της Επικράτειας, σύστοιχης με τις αστικές στρατηγικές των υπολοίπων εταίρων της Ένωσης. Η οποία, 45 χρόνια μετά την ενσωμάτωση της χώρας στους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς, συνεχίζει να αποτελεί το ζητούμενο.

Παρατηρήσεις

Για μια, ενδεχομένως, πληρέστερη κατανόηση εννοιών και πρακτικών, όπως η εκτός Σχεδίου Δόμηση, Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο, Προστασία ευαίσθητων Αστικών Ιστών και Τόπων , όπως την αντιλαμβάνεται ο συγγραφέας, στο newideas.gr (διαδικτυακά). Προφανώς οι απαντήσεις, δεν είναι μονοδιάστατες.

  • Σταύρος Χρ. Τσέτσης: Το τέλος των χωροταξικών αναχρονισμών, 5/2/21.
  • Σταύρος Χρ. Τσέτσης: Τόποι του Μύθου και της Ιστορίας, 20/5/21.
  • Σταύρος Χρ. Τσέτσης: Σχετικά με τα όρια και τα κρίσιμα μεγέθη, 30/9/22.
  • Σταύρος Χρ. Τσέτσης: Έχει Μέλλον η Ελληνική Πόλη; , 1/5/23.

*Πολεοδόμου