Πόσο προοδευτικοί είναι οι «προοδευτικοί»;… Του Διονύση Κ. Καραχάλιου

224

Του Διονύση Κ. Καραχάλιου

Τι σημαίνει προοδευτικός; Υποθέτω ότι ουδείς θα διαφωνούσε αν αποδίδαμε αυτόν τον χαρακτηρισμό σε εκείνον που επιδιώκει την εξέλιξη στην επιστήμη, στην τεχνολογία και στην κοινωνική οργάνωση και προσπαθεί να την επιτύχει (υπό προϋποθέσεις δε και την επιτυγχάνει) με μεταρρυθμίσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την ποιοτική βελτίωση της ζωής του ανθρώπου, τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο.

Όμως, πέρα από αυτήν την «ετυμολογική» σημασία του όρου, η χρήση του στην πολιτική έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά «ταυτότητας», με συγκεκριμένη ιδεολογική βάση, που συνίσταται στην διαφοροποίηση και στην διάκριση του «προοδευτικού» έναντι εκείνου που αρνείται την εξέλιξη, αντιτίθεται στις προσπάθειες που αποβλέπουν σ’ αυτήν και αγωνίζεται να αποτρέψει τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις.
Στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης, η Αριστερά, με τον ναρκισσισμό που την διακρίνει, έχει εντελώς αυθαίρετα οικειοποιηθεί τον όρο, τον οποίο και χρησιμοποιεί κατά κόρον, παράλληλα και συνδυαστικά με τον όρο «δημοκρατικός». Ο διαρκής και συστηματικός χαρακτηρισμός του συγκεκριμένου χώρου ως «δημοκρατικού» και «προοδευτικού» απ’ όλους όσοι σεμνύνονται, όχι απλώς να αυτοχαρακτηρίζονται ως «δημοκράτες» και «προοδευτικοί», αλλά και να αισθάνονται, εξ αυτού και μόνον του λόγου, ως ευρισκόμενοι σε αυτονόητη ηθική και ιδεολογική υπεροχή έναντι των πολιτικών τους αντιπάλων, αποτελεί θεμελιώδες συστατικό γνώρισμα της Αριστεράς.

Υπό αυτή την έννοια, διανοούμενοι και αγράμματοι, πολιτικοί και «κοινοί θνητοί», βαθυνούστατοι γνώστες της μαρξιστικής ανάλυσης και παντελώς άσχετοι με την μαρξιστική θεωρία, βαρύγδουποι κονδυλοφόροι και ανάλαφροι διασκεδαστές των «πρωινάδικων», εμμονικοί της επανάστασης και επαναστάτες «χωρίς αιτία», σοβαροφανείς και ανευθυνοϋπεύθυνοι, ασχέτως φύλου, ηλικίας και κοινωνικής παράστασης, πλειοδοτούν στον αυτοχαρακτηρισμό τους ως «δημοκρατών» και «προοδευτικών». Και πλειοδοτούν τόσο περισσότερο, όσο μεγαλύτερη αισθάνονται την ανάγκη τους να κερδίσουν αναγνώριση, κύρος και ανωτερότητα έναντι εκείνων τους οποίους, χωρίς δυσκολία και περίσκεψη, κατατάσσουν στην «αντίδραση», στην «ακροδεξιά», στην «συντήρηση» και στον «φασισμό», με μοναδικό κριτήριο την δική τους αυταρχική αντίληψη…

Όσο και αν φαντάζει (και είναι) παράδοξο και κωμικό (ή, μήπως, τραγικό;…), στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, ο Κουφοντίνας, με την αίγλη του «κοινωνικού αγωνιστή», που δολοφονούσε τα όργανα της «αντίδρασης» και του κεφαλαίου για χάρη του «λαού», ο Κουτσούμπας με την απολιθωμένη ιδεολογία του σταλινικού ΚΚΕ, τα αλητοειδή γκρουπούσκουλα που πολεμούν τους «μπάτσους, γουρούνια, δολοφόνους» με μολότοφ και λοιπά πυρομαχικά, οι ασύδοτοι καταληψίες των πανεπιστημιακών χώρων, ο Τσίπρας που θα χόρευε τους Ευρωπαίους εταίρους μας με τα νταούλια και τους ζουρνάδες του, ακόμη και ο αυτοθαυμαζόμενος για την λεβεντoμαγκιά του Πολάκης των κρυφών βιβλίων και της αξεπέραστης χυδαιότητας, αντιμετωπίζονται ως δεδομένοι «δημοκράτες» και «προοδευτικοί», ανάλογα με το μίγμα άγνοιας, φανατισμού και ανευθυνότητας, που διαθέτει ο κάθε «αντικειμενικός» σχολιαστής των ιδεών και των πρακτικών τους!

Την ίδια στιγμή, όσοι τολμούν να διατυπώσουν ιδέες και απόψεις, που εκφράζουν εθνικές ανησυχίες, προβληματισμούς για τα κακώς κείμενα εξ αιτίας του κρατισμού, της γραφειοκρατίας, της δημοσιοϋπαλληλικής ανευθυνότητας και αδιαφορίας, του εργατοπατερικού συνδικαλισμού, της εγκληματικότητας και της αναποτελεσματικής αστυνόμευσης, της γελοιοποίησης του πανεπιστημιακού ασύλου και της λαθρομεταναστευτικής πλημμυρίδας και εγείρουν μεταρρυθμιστικές αξιώσεις, αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και επενδυτικές αναζητήσεις, στοχοποιούνται ως «αντιδραστικοί», «συντηρητικοί» και «συστημικοί» και συγκεντρώνουν την πολύμορφη επιθετικότητα μιας Αριστεράς, που έχει μάθει να διαστρεβλώνει κυνικά την πραγματικότητα, να καλλιεργεί ψευδαισθήσεις και να πλάθει μύθους, παρά την διαρκή διάψευση των προσδοκιών και των οραμάτων της.

Η αντίφαση είναι προφανής: η Αριστερά, παρ’ ότι διακρίνεται για την θρησκοληπτική εμμονή της στα λεγόμενα «κεκτημένα», δηλαδή σε όλα όσα η ίδια θεωρεί ως απολύτως αναγκαία για την κατοχύρωση και εδραίωση της ιδεολογικής, πολιτικής και κοινωνικής ηγεμονίας της, τοποθετεί εαυτήν εκτός του «συστήματος»! Στην πραγματικότητα, αυτή ακριβώς η ανυποχώρητή προσήλωσή της σε όσα θεωρεί ως «αδιαπραγμάτευτα» και, συνεπώς, ως αμετάβλητα και αμετακίνητα και, ταυτόχρονα, η παθιασμένη αγωνιστικότητά της για την διατήρησή τους, ακόμη και όταν αποπνέουν αναχρονισμό, αναποτελεσματικότητα και φοβία για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, συνιστούν την «επιτομή» της συστημικής συμπεριφοράς! Διότι, εάν θελήσουμε να προσδιορίσουμε την έννοια του «συστήματος», όχι με βάση την ιδεοληπτική και προπαγανδιστική σημασία που αποδίδει στον όρο η Αριστερά, αλλά με το ουσιαστικό, πραγματολογικό περιεχόμενo του όρου, τότε δεν μπορούμε παρά να δεχθούμε ότι το «σύστημα» δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από ένα σύνολο ιδεών και πρακτικών, που επικρατούν και επηρεάζουν την λειτουργία των θεσμών, την άσκηση της πολιτικής και την κοινωνική οργάνωση. Όταν, λοιπόν, η Αριστερά, με όπλα της την δογματική της προσήλωση στον μαρξισμό, τον μόνιμο θαυμασμό της για την λενινιστική επανάσταση, την κρυφή γοητεία που ασκεί στα στελέχη της ο σταλινισμός, την κινηματική λογική της και την μετωπική αντίθεσή της σε έννοιες όπως η δημόσια τάξη, η εθνική ασφάλεια και οι παραδοσιακές αρχές και αξίες, έχει κατορθώσει να επιβάλει, σε μεγάλο βαθμό και ιδίως στην διανόηση, στα πανεπιστήμια, στον συνδικαλισμό και στον ανεύθυνο και συνήθως ανώνυμο κόσμο του διαδικτύου, την άποψη ότι όλες αυτές οι εμμονές της συνιστούν «δημοκρατικό» και «προοδευτικό» ιδεολογικό-πολιτικό πλαίσιο, στο οποίο αξίζει να ζει και να αναπτύσσεται η ελληνική κοινωνία, τότε είναι προφανές ότι, το καταγγελλόμενο από αυτήν «σύστημα» δεν είναι παρά η προπαγανδιστική επινόηση που την διευκολύνει να εμφανίζεται ως δύναμη ανανέωσης, πρωτοπορίας και, εν τέλει, προόδου, ενώ, στην πραγματικότητα, είναι δέσμια σκοταδιστικών αντιλήψεων, φοβικών αναστολών και αναχρονιστικών μεθοδεύσεων…

Με αυτά τα δεδομένα, η έννοια της προόδου συνιστά τον φανταχτερό ιδεολογικό μανδύα τον οποία αυτάρεσκα ενδύεται η Αριστερά διότι, απλούστατα, ονομάζει ως προοδευτικό ό,τι η ίδια, με μοναδικά κριτήριά της, το συμφέρον της και τις επιδιώξεις της, θεωρεί ως ανταποκρινόμενο στις ανάγκες της. Η δε εμμονή της να θεωρεί εαυτήν ως, ηθικά καταξιωμένο, μοναδικό φορέα ανανεωτικών ιδεών, εκσυγχρονιστικού πνεύματος και επωφελών για την κοινωνία οραματισμών, συνιστά ωμή παραμορφωτική αντίληψη. Αντίληψη η οποία, τελικά, είναι τόσο περισσότερο εχθρική προς την πραγματική πρόοδο, όσο λιγότερο ανταποκρίνεται προς την ανάγκη ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών, που αναπόδραστα επιβάλλουν η εξέλιξη της επιστήμης, της τεχνολογίας και των θεσμών και η αλληλεπίδραση γνώσεων, ιδεών και πρωτοβουλιών, σε συνδυασμό με την ευχέρεια επικοινωνίας, μέσα στο εύκολα προσβάσιμο παγκόσμιο περιβάλλον.

Ενώ δε αυτή η περί προόδου (αλλά και δημοκρατικότητας) αντίληψη είναι πασιφανώς αντιδεοντολογική, καταχρηστική, μεροληπτική και ψευδεπίγραφη, η σταθερή και συστηματική προβολή της στον δημόσιο λόγο, προσδίδει αξιωματικό χαρακτήρα στην χρήση της και ενισχύει το περιλάλητο «ηθικό πλεονέκτημα» εκείνων που αυτάρεσκα θεωρούν ότι το κατέχουν. Αυτή η στάση, σε συνδυασμό με την ιστορικά «κατοχυρωμένη» κατοχή της μοναδικής αλήθειας, ως προϊόν της αλάνθαστης μαρξιστικής ανάλυσης, επιτρέπει στην Αριστερά να προβάλλεται ως η «παράκλητη» της κοινωνίας. Αυτή δηλαδή που έχει επωμισθεί, εξ ορισμού, την αποστολή για την σωτηρία της ανθρωπότητας, ένεκα της οποίας οι τυχόν αντιρρήσεις, επιφυλάξεις και αντιδράσεις για την ορθότητα και την αξία των επιλογών της, καθιστούν, όλους όσοι τις εκδηλώνουν, από «εχθρούς του λαού» μέχρι «φασίστες» και «προδότες»!

Δεν χρειάζεται να ειπωθεί ότι αυτή η εγωιστική, αυθαίρετη και μονοδιάστατη αντίληψη περί προόδου αναδεικνύει τα ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά, από τα οποία δεν έχει μπορέσει να απαλλαγεί η Αριστερά, παρά την πανηγυρική διάψευση των σοσιαλιστικών φαντασιώσεών της, την πλήρη κατάρρευση των σοβιετικού τύπου κοσμοειδώλων της και την διαρκώς διαπιστούμενη αδυναμία της να συμπλεύσει με τις πραγματικές ανάγκες των συγχρόνων κοινωνιών. Η πεποίθηση της Αριστεράς ότι υπερέχει ιδεολογικά και ηθικά των αντιπάλων της, σε βαθμό που όχι μόνον δικαιολογεί την απαξίωση και την περιφρόνηση προς αυτούς, αλλά και θεωρεί τις δικές της επιλογές ως αδιάσειστα τεκμήρια του ανθρωπισμού της και της κοινωνικής της συνείδησης, είναι η επιβεβαίωση της μονολιθικότητας των ιδεών της, αλλά και της αδυναμίας της να εκσυγχρονίσει και να αναβαθμίσει τον ξεπερασμένο και αραχνιασμένο πολιτικό της λόγο.

Οφείλουμε πάντως να παραδεχθούμε ότι αυτή η ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς, εξ αιτίας της οποίας οι κατ’ εξοχήν φορείς οπισθοδρόμησης και αναχρονισμού, θεωρούνται «πρωτοπόροι» σε ιδέες και επιλογές, που «νομοτελειακά» οδηγούν την ανθρωπότητα στην πρόοδο και στην ευημερία, είναι αποτέλεσμα της αδικαιολόγητης αδράνειας και ανοχής της «άλλης» πλευράς: Αυτής που με πίστη και προσήλωση στην ελευθερία του ανθρώπου, στην αξία των δημοκρατικών θεσμών και στα επιτεύγματα, τα οποία μόνον η εργατικότητα, η υπευθυνότητα και η σύνεση μπορούν να παράξουν, έχει οδηγήσει την ανθρωπότητα στην πρόοδο και την ευημερία, που συνηθίζει να μισεί, να υπονομεύει και να πολεμά η Αριστερά. Η στάση αυτή, η οποία προκαλεί δικαιολογημένα ερωτηματικά, αφού επιτρέπει την «αντιστροφή» των εντυπώσεων, δηλαδή την εμφάνιση ως προοδευτικών των πράγματι αντιδραστικών και οπισθοδρομικών, έχει μια και μόνον εξήγηση: Τον εφησυχασμό που προκαλεί η βεβαιότητα ότι οι αξίες της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης, είναι εξασφαλισμένες, καθώς υπηρετούνται έμπρακτα, υπεύθυνα και αποτελεσματικά από εκείνους που συνειδητά πιστεύουν σ’ αυτές, χωρίς τυμπανοκρουσίες και φανφαρονισμούς. Αντιθέτως, όσοι διαλαλούν συστηματικά και συχνά προκλητικά, την δημοκρατικότητά τους και την προοδευτικότητά τους, επιχειρώντας ταυτόχρονα να πείσουν, όχι μόνον για την δική τους μοναδικότητα, αλλά και για την υστέρηση των αντιπάλων τους, στην πραγματικότητα κρύβουν πίσω από αυτή την στρεβλή εικόνα, την αταλάντευτη υποταγή τους σε ξεπερασμένα δόγματα, αναχρονιστικές ιδεοληψίες και αντιδημοκρατικές πρακτικές που εχθρεύονται, υπονομεύουν και αναστέλλουν την πρόοδο και κατ’ επέκταση την ευημερία τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο.

Όμως, επειδή η δημοκρατία έχει πάντοτε ανάγκη την διαρκή στήριξη και προστασία από εκείνους που πράγματι πιστεύουν σ’ αυτήν και επειδή ουσιαστική πρόοδος μπορεί να υπάρξει μόνον σε καθεστώς δημοκρατίας, οφείλουμε να έχουμε υπ’ όψη μας ότι δεν αρκεί η βεβαιότητα μας για την σταθερότητα των δημοκρατικών θεσμών. Επιβάλλεται η διαρκής επαγρύπνηση και η σθεναρή αντίσταση σε ιδέες και πρακτικές που προβάλλονται, υποκριτικότατα, ως δημοκρατικές και προοδευτικές, ενώ στην πραγματικότητα αποπνέουν σκοταδισμό και οπισθοδρόμηση και υποκρύπτουν ολοκληρωτικές διαθέσεις.-