Ο γραμματέας του ΜέΡΑ25, Γιάνης Βαρουφάκης, εξηγεί το γιατί οι κεντρικές τράπεζες δεν χρειάζεται να επιλέξουν μεταξύ του πληθωρισμού και της ύφεσης. Τι προτείνει.
Καμία νομισματική πολιτική δεν μπορεί, από μόνη της, να αντιμετωπίσει την συστημική κρίση. Αυτό που μπορεί να κάνει είναι να ανακουφίσει, αντί να επιβαρύνει κι άλλο, τα λαϊκά στρώματα. Ποια νομισματική πολιτική θα κατάφερνε κάτι τέτοιο σήμερα;
Έως το 2008 οι κεντρικοί τραπεζίτες είχαν ένα λεβιέ με το οποίο ασκούσαν την μονοδιάστατη νομισματική πολιτική τους: τα επιτόκια. Σπρώχνοντας το λεβιέ μπροστά, έριχναν τα επιτόκια ελπίζοντας ότι, έτσι, η οικονομία θα «τρέξει» πιο γρήγορα. Και αντιθέτως, τραβώντας πίσω τον λεβιέ, ανέβαζαν τα επιτόκια με την ελπίδα να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό. Η επιλογή του πότε θα κουνούσαν τον ένα και μοναδικό λεβιέ τους, σε ποια κατεύθυνση, και πόσο πολύ, δεν ήταν εύκολη υπόθεση – ήθελε μια επιδεξιότητα. Σήμερα όμως τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα για τους κεντρικούς τραπεζίτες επειδή, από το 2009 και μετά, έχουν δύο λεβιέδες να κουνήσουν.
Μετά το Κραχ του 2008, ένας δεύτερος λεβιές έγινε αναγκαίος επειδή ο πρώτος «κόλλησε» στο τέρμα και έπαψε να δουλεύει πια. Αυτό που συνέβη, μετά την κατάρρευση των χρηματαγορών αρχής γενομένης με την πτώχευση της Lehman, ήταν το εξής: Οι κεντρικές τράπεζες έσπρωξαν τον λεβιέ των επιτοκίων όσο πήγαινε, ρίχνοντάς τα στο μηδέν (και πιο κάτω ακόμα). Φεύ, η οικονομία παρέμενε υποτονική, τα χρέη φούντωναν, κι η ύφεση καλά κρατούσε. Τότε ήταν που, δανειζόμενοι μια ιδέα που πρώτη εφάρμοσε η ιαπωνική κεντρική τράπεζα, οι κεντρικοί τραπεζίτες των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ευρώπης, κατασκεύασαν ένα δεύτερο λεβιέ (που τον ονόμασαν «ποσοτική χαλάρωση»).
Σπρώχνοντας τον δεύτερο αυτό λεβιέ μπροστά, δημιουργούσαν νέο δημόσιο χρήμα με το οποίο αγόραζαν από τις τράπεζες δάνεια (π.χ. κρατικά ομόλογα, στεγαστικά δάνεια ιδιωτών) με την ελπίδα ότι οι τράπεζες, με τη σειρά τους, θα έριχναν αυτό το φρέσκο δημόσιο χρήμα στην οικονομία βοηθώντας την, έτσι, να ξεκολλήσει από το τέλμα της ύφεσης. Κι αν, ο μη γένοιτο, ο πληθωρισμός «τσιμπούσε», τότε θα τράβαγαν προς τα πίσω αυτόν το δεύτερο λεβιέ – ίσως και τον πρώτο (δηλαδή, θα ανέβαζαν παράλληλα και τα επιτόκια).
Αυτά, θεωρητικά. Τώρα που ο πληθωρισμός εμφανίστηκε απειλητικός, οι κεντρικοί τραπεζίτες διστάζουν τρέμοντας μπροστά στο δίλημμα να τραβήξουν ή να μην τραβήξουν πίσω τους δυο λεβιέδες τους. Αν τους αφήσουν ως έχουν, φοβούνται ότι θα έχουν επιτρέψει στον πληθωρισμό να ξεφύγει. Από την άλλη, αν τραβήξουν πίσω τους δυο λεβιέδες για να σκοτώσουν τον πληθωρισμό πριν πάρει κεφάλι, κινδυνεύουν να πυροδοτήσουν ταυτόχρονα δύο νέες κρίσεις: Μια στην αγορά εργασίας, όπου θα χαθούν θέσεις εργασίας λόγω της συρρικνωμένης ζήτησης και των χαμηλότερων επενδύσεων που θα προκαλέσουν τα υψηλότερα επιτόκια. Και μια στις χρηματαγορές, όπου τα ομόλογα υπερχρεωμένων κρατών και επιχειρήσεων θα κατρακυλήσουν με αποτέλεσμα κράτη που θα θυμίζουν την Ελλάδα του 2010 και μεγάλες επιχειρήσεις που θα μοιάζουν με την Lehman του 2008.
Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν λόγο να τρέμουν και τα δύο σενάρια. Το πρώτο σενάριο επειδή, αν τους ξεφύγει ο πληθωρισμός, ο μόνος τρόπος να τον σταματήσουν είναι να προκαλέσουν οι ίδιοι μια νέα βαθιά ύφεση (τραβώντας με δύναμη και τους δύο λεβιέδες προς τα πίσω). Το δεύτερο σενάριο επειδή θα αχρηστέψει και τους δυο λεβιέδες τους: Αν και θα έχουν ανεβάσει τα επιτόκια, δεν θα είναι αρκετά ψηλά ώστε σε περίπτωση νέας ύφεσης να τα ρίξουν τόσο όσο χρειάζεται για να πάρει μπρος η οικονομία. Όσο για το δεύτερο λεβιέ, κι αυτός θα αχρηστευθεί καθώς, για να αντιμετωπιστεί μια νέα ύφεση μέσα στο 2022, θα απαιτηθούν νέες ποσότητες χρήματος (ποσοτικής χαλάρωσης) που θα είναι πολιτικά πολύ δύσκολο να υποστηρίξουν οι κεντρικοί τραπεζίτες απέναντι σ’ ένα προβληματικό Αμερικανικό Κογκρέσο ή σε μια Γερμανική Μπούντεσταγκ όπου οι βουλευτές του FDP (που διαφωνούν με την ποσοτική χαλάρωση) ελέγχουν την πλειοψηφία. Ως αποτέλεσμα, οι Πρόεδροι της Fed και της ΕΚΤ έχουν παραλύσει και… αναμένουν – θυμίζοντας τον γάιδαρο που φθίνει αδυνατώντας να αποφασίσει αν πρέπει να πιει ή να φάει.
Το κλειδί που μπορεί να ξεκλειδώσει τον γρίφο των κεντρικών τραπεζιτών κρύβεται σ’ ένα περιττό αξίωμα που αντανακλά τη λανθασμένη εκτίμηση ότι οι δυο λεβιέδες πρέπει να κινούνται στην ίδια κατεύθυνση τώρα επειδή όταν πρωτοενεγοποιήθηκε ο δεύτερος λεβιές (ποσοτική χαλάρωση) κινήθηκε στην ίδια κατεύθυνση με τον πρώτο – δηλαδή ότι, επειδή τα επιτόκια μειώθηκαν πρώτα και μετά τυπώθηκαν χρήματα (ποσοτική χαλάρωση), τώρα που ήρθε ο καιρός (λόγω της απειλής του πληθωρισμού) για πιο «σφικτή» νομισματική πολιτική, η διαδικασία αυτή πρέπει να αντιστραφεί: δηλαδή, πρώτα πρέπει να σταματήσει το τύπωμα (ποσοτική χαλάρωση) και αμέσως μετά να ανέβουν τα επιτόκια.
Όμως, αν το καλοσκεφτούμε, δεν υπάρχει κανένας λόγος οι δύο λεβιέδες να κινηθούν κι αυτή τη φορά στην ίδια κατεύθυνση. Για την ακρίβεια, προτείνω το αντίθετο: Στην «γλώσσα» των λεβιέδων, προτείνω οι κεντρικές τράπεζες να τραβήξουν πίσω τον πρώτο λεβιέ αλλά τον δεύτερο όχι μόνο να μην τον τραβήξουν πίσω αλλά και να τον σπρώξουν κατά τι προς τα εμπρός. Σε πιο κανονικούς όρους, προτείνω μια σύνθετη νομισματική πολιτική η οποία, την ίδια στιγμή, και ανεβάζει τα επιτόκια και τυπώνει νέο χρήμα (για πολύ διαφορετικούς όμως σκοπούς).
Γιατί να ανέβουν τα επιτόκια; Για να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός, ιδίως ο πληθωρισμός των περιουσιών των μεγιστανών που τα μηδενικά επιτόκια απογείωσε. Έτσι κι αλλιώς, ακόμα και τώρα που τα επίσημα επιτόκια στην ευρωζώνη είναι αρνητικά, ο μισός πληθυσμός της Ευρώπης είτε δεν έχουν πρόσβαση στον δανεισμό είτε πληρώνουν τοκογλυφικά επιτόκια για να δανείζονται. Μόνο οι πάμπλουτοι ωφελούνται από τα μηδενικά-αρνητικά επιτόκια. Όσο για τα κράτη μας, αν και τα χαμηλά επιτόκια τους επιτρέπουν να μετακυλούν φτηνά τα χρέη τους, οι δημοσιονομικοί τους περιορισμοί δεν παύουν ποτέ να είναι ασφυκτικοί με αποτέλεσμα, παρά τα χαμηλά επιτόκια, η λιτότητα να συνεχίζει να πνίγει την πλειοψηφία. Να γιατί πάνω από μια δεκαετία χαμηλών επιτοκίων δεν πέτυχε τίποτα παραπάνω από το να ενισχύσει την αβάστακτη ανισότητα πλούτου.
Με την σειρά της, η αυξανόμενη ανισότητα απογείωσε τις αποταμιεύσεις των πάμπλουτων. Αυτό το, εδώ και χρόνια, λιμνάζον χρήμα δεν επενδύεται (καθώς οι ιδιοκτήτες του βλέπουν την λιτότητα να πλήττει την αγοραστική δύναμη των πολλών) με αποτέλεσμα να υπάρχει έντονη υπερπροσφορά χρήματος στις χρηματαγορές. Καθώς τα επιτόκια είναι η τιμή του χρήματος, η υπερπροσφορά του συμπιέζει κι άλλο τα επιτόκια δίνοντας νέα ώθηση στις ανισότητες και στην ύφεση που ενισχύουν τα… χαμηλά επιτόκια. Αυτός ο φαύλος κύκλος μόνο με υψηλότερα επιτόκια μπορεί να σπάσει.
Θα ρωτήσει κάποιος εύλογα: Μα, η αύξηση των επιτοκίων δεν θα χρεοκοπήσει τα υπερχρεωμένα κράτη (π.χ. Ελλάδα, Ιταλία); Δεν θα φέρει την ύφεση που τρέμουν οι κεντρικοί τραπεζίτες; Όχι, απαντώ, εάν η αύξηση των επιτοκίων συνοδευτεί με δύο άλλες κινήσεις.
Πρώτη κίνηση, η σοβαρή αναδιάρθρωση (δηλαδή κούρεμα) το δημόσιου και ιδιωτικού χρέους. Για σκεφτείτε το: Σήμερα, οι κεντρικοί τραπεζίτες καθηλώνουν τα επιτόκια στο μηδέν για να βοηθούν το μη βιώσιμο χρέος να μετακυλίεται στο μέλλον προσποιούμενοι ότι είναι βιώσιμο. Όμως αυτό είναι ανοησία καθώς κάποια στιγμή θα αναγκαστούν να αυξήσουν τα επιτόκια οπότε η αλήθεια θα εμφανιστεί, η φούσκα θα σκάσει. Όσο το καθυστερούν τόσο μεγαλύτερο το κόστος της αποκάλυψης της αλήθειας, τόσο πιο μεγάλο το κούρεμα χρεών που θα πρέπει να γίνει. Αντ’ αυτού, η ορθολογική λύση είναι η άμεση αναδιάρθρωση των μη βιώσιμων χρεών με παράλληλη αύξηση των επιτοκίων ώστε να μην προστίθενται κι άλλα μη βιώσιμα χρέη.
Δεύτερη κίνηση, αντί για τερματισμό της ποσοτικής χαλάρωσης, το φρέσκο χρήμα να πάψει να πηγαίνει από τις κεντρικές στις εμπορικές τράπεζες αλλά να κατευθύνεται σε δύο χρήσεις: σ’ ένα βασικό εισόδημα για όλους και σε άμεσες πράσινες επενδύσεις (μέσω δημόσιων επενδυτικών τραπεζών, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων). «Δεν θα ενισχύσει τον πληθωρισμό αυτό το φρέσκο χρήμα;», θα ρωτήσει κάποιος. Όχι, απαντώ, αν το βασικό εισόδημα των ευκατάστατων φορολογείται με υψηλό συντελεστή ετησίως και, παράλληλα, αν οι πράσινες επενδύσεις παράξουν την ανανεώσιμη ενέργεια που έχει ανάγκη η οικονομία.
Περιληπτικά, οι κεντρικές τράπεζες δεν χρειάζεται να επιλέξουν μεταξύ του πληθωρισμού και της ύφεσης. Εδώ και τώρα μπορούν να επιλέξουν νομισματική πολιτική που δεν πλήττει την πλειοψηφία, που την προστατεύει από την ακρίβεια, και που, μάλιστα, ενισχύει τους πιο ευάλωτους. Θα την επιλέξουν; Προφανώς και όχι καθώς η πολυδιαφημισμένη ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών δεν είναι τίποτα άλλο από την θεσμοθέτηση της πλήρους εξάρτησής τους από τα συμφέροντα των πολύ λίγων.
*Το πιο πάνω άρθρο αποτελεί απόδοση της μηνιαίας στήλης του Γιάνη Βαρουφάκη στο Project Syndicate με αρχικό τίτλο A Progressive Monetary Policy Is the Only Alternative.
Πηγή: news247.gr